- Διαφήμιση -

Σαν σήμερα το 1973 έφυγε από τη ζωή η Κατίνα Παξινού

Η Κατίνα Παξινού υπήρξε η πρώτη Ελληνίδα ηθοποιός που κατάφερε να σταθεί στο Χόλιγουντ και μάλιστα με δικούς της όρους, να διαπρέψει θεατρικά και κινηματογραφικά στην Ευρώπη, να ξεχωρίσει ως τραγωδός παγκοσμίου βεληνεκούς.

Η Αικα­τε­ρί­νη Κων­στα­ντο­πού­λου, όπως ήταν το πατρι­κό της επώ­νυ­μο, γεν­νή­θη­κε στις 17 Δεκεμ­βρί­ου 1900 στον Πει­ραιά και ήταν κόρη του αλευ­ρο­βιο­μή­χα­νου Βασί­λη Κων­στα­ντό­που­λου. Σπού­δα­σε μου­σι­κή και κλα­σι­κό τρα­γού­δι στο Ωδείο της Γενεύ­ης, καθώς και σε ανά­λο­γες σχο­λές του Βερο­λί­νου και της Βιέν­νης. Πρω­το­εμ­φα­νί­στη­κε στη Σκη­νή του Δημο­τι­κού Θεά­τρου Πει­ραιά το 1920, ερμη­νεύ­ο­ντας τον βασι­κό ρόλο στην όπε­ρα «Αδελ­φή Βεα­τρί­κη» του Δημή­τρη Μητρόπουλου.

Είχε ήδη παντρευ­τεί τον βιο­μή­χα­νο Γιάν­νη Παξι­νό, με τον οποίο απέ­κτη­σε δύο κόρες, η μία εκ των οποί­ων πέθα­νε σε πολύ μικρή ηλι­κία. Οι προ­σπά­θειές της για καριέ­ρα στον χώρο του λυρι­κού θεά­τρου δεν θα ευο­δω­θούν και έτσι το 1929 εμφα­νί­ζε­ται για πρώ­τη φορά στο θέα­τρο πρό­ζας ως μέλος του θιά­σου της Μαρί­κας Κοτο­πού­λη, παί­ζο­ντας στο έργο του Ανρί Μπα­τάιγ «Η Γυμνή Γυναί­κα». Εκεί γνω­ρί­ζει τον Αλέ­ξη Μινω­τή, τον ερω­τεύ­ε­ται και τον παντρεύ­ε­ται, έχο­ντας χωρί­σει με τον Παξι­νό, του οποί­ου θα κρα­τή­σει το επί­θε­το για το υπό­λοι­πο της καλ­λι­τε­χνι­κής της πορείας.

Το 1931, προ­σχω­ρεί μαζί με τον Αλέ­ξη Μινω­τή, στον Συνε­ται­ρι­κό Θία­σο του Αιμί­λιου Βεά­κη, που παρου­σιά­ζει σημα­ντι­κά έργα του διε­θνούς ρεπερ­το­ρί­ου, όπως: «Πόθοι κάτω από τις λεύ­κες» του Ευγέ­νιου Ο’ Νιλ, «Ο Πατέ­ρας του Αυγού­στου» του Στρίντ­μπεργκ, «Ο θεί­ος Βάνιας» του Τσέχωφ.

Από το 1932 έως το 1940, εμφα­νί­ζε­ται στο Εθνι­κό Θέα­τρο, όπου ερμη­νεύ­ει ρόλους που την κατα­ξιώ­νουν ως κορυ­φαία ηθο­ποιό της ελλη­νι­κής σκη­νής. Με τη Σκη­νή του Εθνι­κού Θεά­τρου θα εμφα­νι­στεί στο Λον­δί­νο, τη Φραν­κφούρ­τη και το Βερο­λί­νο, ερμη­νεύ­ο­ντας το ρόλο της Ηλέ­κτρας στο ομώ­νυ­μο έργο του Σοφο­κλή, την Γερ­τρού­δη στον «Άμλετ» του Σαίξ­πηρ, την Κυρία Άλβινγκ στους «Βρι­κό­λα­κες» του Ίψεν. Την περί­ο­δο του πολέ­μου εγκα­θί­στα­ται στις ΗΠΑ, όπου εμφα­νί­ζε­ται στο Μπρό­ντ­γου­εϊ και ερμη­νεύ­ει σπου­δαί­ους ρόλους στον κινη­μα­το­γρά­φο, με τους οποί­ους κερ­δί­ζει τη διε­θνή αναγνώριση.

Το 1950 επι­στρέ­φει στην Ελλά­δα και εμφα­νί­ζε­ται πάλι μαζί με τον Αλέ­ξη Μινω­τή στη σκη­νή του Εθνι­κού Θεά­τρου, με το οποίο περιο­δεύ­ει στις ΗΠΑ και την Ευρώ­πη. Ξανα­παί­ζει στη Νέα Υόρ­κη στο «Σπί­τι της Μπερ­νάρ­ντα Άλμπα» του Λόρ­κα, έργο που επα­να­λαμ­βά­νει στην Αθή­να στο Θέα­τρο Κοτο­πού­λη. Μετά το 1957, εμφα­νί­ζε­ται μόνι­μα στη Σκη­νή του Εθνι­κού Θεά­τρου, ερμη­νεύ­ο­ντας έργα του αρχαί­ου Θεά­τρου και του σύγ­χρο­νου διε­θνούς ρεπερ­το­ρί­ου. Ανά­με­σα σ’ αυτά, η «Εκά­βη», η «Μήδεια», οι «Φοί­νισ­σες» και οι «Βάκ­χες» του Ευρι­πί­δη, ο «Πατέ­ρας» του Στρίντ­μπεργκ, «Η επί­σκε­ψις της γηραιάς κυρί­ας» του Ντί­ρεν­ματ, «Το Ταξί­δι μακριάς μέρας μέσα στη νύχτα» του Ο’ Νιλ, «Η τρε­λή του Σαγιό» του Ζαν Ζιρο­ντού, ο «Μάκ­βεθ» του Σαίξπηρ.

Το 1968 η Κατί­να Παξι­νού και ο Αλέ­ξης Μινω­τής, συγκρο­τούν θία­σο που εμφα­νί­ζε­ται στο Θέα­τρο «Αυλαία» της Θεσ­σα­λο­νί­κης, και στο Θέα­τρο «Διά­να» της οδού Ιππο­κρά­τους. Στο «Σινε­άκ», το κινη­μα­το­θέ­α­τρο που αργό­τε­ρα θα μετο­νο­μα­στεί σε «Θέα­τρο Παξι­νού», παί­ζει στα έργα «Η Ήρα και το παγώ­νι» του Σον Ο’ Κέι­ζι, «Οι παλαι­στές» του Στρα­τή Καρ­ρά, οι «Βρι­κό­λα­κες» του Ίψεν, «Ματω­μέ­νος Γάμος» του Λόρ­κα, ενώ την περί­ο­δο 1971 — 1972 ερμη­νεύ­ει στο Θέα­τρο «Πάν­θε­ον», την τελευ­ταία μεγά­λη επι­τυ­χία της, ως «Μάνα Κου­ρά­γιο» στο ομώ­νυ­μο έργο του Μπέρ­τολντ Μπρεχτ.

Στις κινη­μα­το­γρα­φι­κές επι­λο­γές της υπήρ­ξε εκλε­κτι­κή, εξ ου και οι μόλις 11 ται­νί­ες της. Μετα­ξύ άλλων, συνερ­γά­στη­κε με τον Όρσον Γου­έλς («Ο κύριος Αρκά­ντιν», 1955), τον Λου­κί­νο Βισκό­ντι («Ο Ρόκο και τ’ αδέλ­φια του», 1960) και φυσι­κά τον Σαμ Γουντ ( «Για ποιόν χτυ­πά η καμπά­να»), όπου έπαι­ξε τη δυνα­μι­κή αντάρ­τισ­σα του ισπα­νι­κού εμφυ­λί­ου που μπο­ρού­σε να προ­βλέ­πει το μέλ­λον. Για την ερμη­νεία της τιμή­θη­κε το 1944 με το Όσκαρ Β’ Γυναι­κεί­ου Ρόλου, ενώ το 1949 τιμή­θη­κε με το Βρα­βείο Κοκτό στο Φεστι­βάλ Μπια­ρίτς για την ερμη­νεία της στην ται­νία του Ντά­ντλεϊ Νίκολς «Το πέν­θος ται­ριά­ζει στην Ηλέκτρα».

Η Παξι­νού έπαι­ξε σε μια και μόνο ται­νία ελλη­νι­κής παρα­γω­γής, το 1969, στο «Νησί της Αφρο­δί­της» του Γιώρ­γου Σκα­λε­νά­κη, βασι­σμέ­νη στο ομώ­νυ­μο θεα­τρι­κό έργο του Αλέ­ξη Πάρ­νη. Ο Αλέ­κος Σακελ­λά­ριος ήθε­λε πολύ να παί­ξει η Παξι­νού τον ρόλο της θεί­ας Καλ­λιό­πης στη ται­νία του « Η Θεία από το Σικά­γο», αλλά αντέ­δρα­σε ο Φίνος, που πίστευε ότι η ται­νία δεν θα έχει επι­τυ­χία, επει­δή έχουν μάθει να τη βλέ­πουν σε τρα­γω­δί­ες στην Επί­δαυ­ρο και όχι σε ελα­φρές κωμω­δί­ες στο σινεμά.

Εκτός από τις αξέ­χα­στες ερμη­νεί­ες της στο Θέα­τρο και τον κινη­μα­το­γρά­φο, η Κατί­να Παξι­νού έκα­νε μετα­φρά­σεις θεα­τρι­κών έργων του Ευγέ­νιου Ο’ Νιλ και έγρα­ψε τη μου­σι­κή για την παρά­στα­ση «Οιδί­πους Τύραν­νος» του Σοφο­κλή, που ανέ­βα­σε το Εθνι­κό Θέα­τρο, σε σκη­νο­θε­σία Φώτου Πολί­τη το 1933 και σε σκη­νο­θε­σία Αλέ­ξη Μινω­τή το 1952.

Παρα­ση­μο­φο­ρή­θη­κε με τον Χρυ­σό Ανώ­τε­ρο Ταξιάρ­χη Γεωρ­γί­ου Α’ και με τον Ανώ­τε­ρο Ταξιάρ­χη της Δυτι­κής Γερ­μα­νί­ας. Τιμή­θη­κε ακό­μη με τον τίτλο της Αξιω­μα­τού­χου Γραμ­μά­των και Τεχνών της Γαλ­λί­ας και με το Βρα­βείο «Ιζα­μπέ­λα Ντ’ Εστέ».

Η Κατί­να Παξι­νού πέθα­νε στις 22 Φεβρουα­ρί­ου 1973 στην Αθή­να, σε ηλι­κία 72 ετών.

 

Πηγή www.newsbomb.gr

- Δια­φή­μι­ση -

- Δια­φή­μι­ση -

- Διαφήμιση -

- Δια­φή­μι­ση -

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Σημείωση πριν τη φόρμα σχολίων

Σημείωση μετά ΄τη φόρμα σχολίων