- Διαφήμιση -

Ο τρίτος πυλώνας της κοινωνικής οικονομίας δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας

του Βασίλη Τακτικού

Τα τελευταία 10 χρόνια, στην Ελλάδα, οι κοινωνικές επιχειρήσεις έχουν ουσιαστικά αποκλειστεί από τους κοινοτικούς πόρους και χρηματοδοτήθηκαν ελάχιστα. Αυτός ο φαύλος κύκλος θα σπάσει μόνο αν κινητοποιηθούν οι οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών που είναι και το υποκείμενο της κοινωνικής οικονομίας και της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.

Η κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία είναι ανα­γκαία συν­θή­κη στην επο­χή μας για δυο βασι­κούς λόγους πρώ­τον: για αντι­με­τώ­πι­ση του κοι­νω­νι­κού οικο­νο­μι­κού απο­κλει­σμού και της φτώ­χειας και δεύ­τε­ρονγια τη διεύ­ρυν­ση της απα­σχό­λη­σης σε τομείς κοι­νω­νι­κής ωφέ­λειας, οι οποί­οι παρό­λο που είναι ζωτι­κής σημα­σί­ας εγκα­τα­λεί­πο­νται από τον ιδιω­τι­κό τομέα λόγω έλλει­ψης κερ­δο­φο­ρί­ας. Αντί­θε­τα στην κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία τα πράγ­μα­τα που μπο­ρούν να λει­τουρ­γούν χωρίς κέρ­δος, με κοι­νω­φε­λείς σκο­πούς με τις μη κερ­δο­σκο­πι­κές επι­χει­ρή­σεις και συνε­ται­ρι­σμούς και έτσι η οικο­νο­μι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα μπο­ρεί να διευρύνεται.

Ένας άλλος λόγος είναι η μετά­βα­ση, που γίνε­ται με τον τεχνο­λο­γι­κό εκσυγ­χρο­νι­σμό, το πέρα­σμα από τη 2η και 3η βιο­μη­χα­νι­κή επα­νά­στα­ση στην 4η βιο­μη­χα­νι­κή επα­νά­στα­ση, που φέρ­νει μαζί με την ανά­πτυ­ξη της παρα­γω­γι­κό­τη­τας ως επα­κό­λου­θο, και τον εργα­σια­κό μετα­σχη­μα­τι­σμό που συντε­λεί­ται με τη συρ­ρί­κνω­ση της μισθω­τής εργα­σί­ας στη βιο­μη­χα­νία και τις υπηρεσίες.

Τέτοιοι μεγά­λοι εργα­σια­κοί μετα­σχη­μα­τι­σμοί συνέ­βη­σαν ιστο­ρι­κά με την μεγά­λη γεωρ­γι­κή επα­νά­στα­ση πριν 6.000 περί­που χρό­νια, ανά­λο­γοι μετα­σχη­μα­τι­σμοί επί­σης έγι­ναν με την βιο­μη­χα­νι­κή επα­νά­στα­ση τους τελευ­ταί­ους τρεις αιώ­νες και ανά­λο­γος είναι και σήμε­ρα ο εργα­σια­κός μετα­σχη­μα­τι­σμός περ­νώ­ντας τη βιο­μη­χα­νι­κή εξει­δί­κευ­ση στην ψηφια­κή επο­χή και τη τεχνη­τή νοημοσύνη.

Αυτός ο εργα­σια­κός μετα­σχη­μα­τι­σμός είναι που συρ­ρι­κνώ­νει τη μισθω­τή εργα­σία και δημιουρ­γεί ταυ­τό­χρο­να τις ανα­γκαί­ες συν­θή­κες ανά­πτυ­ξης της κοι­νω­νι­κής οικο­νο­μί­ας καθώς, υπάρ­χει πίε­ση για την αυτα­πα­σχό­λη­ση και τον συνερ­γα­τι­σμό που απο­τε­λεί τελι­κά προ­ϋ­πό­θε­ση για την κοι­νω­νι­κή οικονομία.

Η δύνα­μη της ανά­γκης είναι ακα­τα­νί­κη­τη και αυτό πρέ­πει να έχου­με υπό­ψη μας όταν προ­βάλ­λου­με την κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία ως εναλ­λα­κτι­κή στον ιδιω­τι­κό και δημό­σιο τομέα. Για­τί μόνο η αδυ­να­μία του ιδιω­τι­κού και δημό­σιου τομέα να παρέ­χει όσες θέσεις εργα­σί­ας χρειά­ζο­νται, για την αντι­με­τώ­πι­ση της ανερ­γί­ας και την αντι­με­τώ­πι­ση του οικο­νο­μι­κού απο­κλει­σμού, αφή­νει ζωτι­κό χώρο 

για την ανά­πτυ­ξη της κοι­νω­νι­κής οικο­νο­μί­ας. Το 30% της ανερ­γί­ας των νέων στις μεσο­γεια­κές χώρες μαρ­τυ­ρά την αδυ­να­μία του δημό­σιου και ιδιω­τι­κού τομέα της οικο­νο­μί­ας να καλύ­ψουν αυτό το έλλειμμα.

Προ­φα­νώς, ο κρα­τι­κός παρεμ­βα­τι­σμός έχει φτά­σει στα όρια του σε σχέ­ση με την αντι­με­τώ­πι­ση του κοι­νω­νι­κού απο­κλει­σμού και της ανερ­γί­ας και χρειά­ζε­ται τη συμπλη­ρω­μα­τι­κό­τη­τα της κοι­νω­νι­κής οικο­νο­μί­ας. Σχε­δόν όλες οι πολι­τι­κές και οι στρα­τη­γι­κές για την αντι­με­τώ­πι­ση της ανερ­γί­ας βασί­ζο­νται στο μοντέ­λο ενί­σχυ­σης της μισθω­τής εργα­σί­ας κυρί­ως με την δια­δι­κα­σία της συνε­χι­ζό­με­νης επαγ­γελ­μα­τι­κής κατάρ­τι­σης. Η αντι­με­τώ­πι­ση όμως της ανερ­γί­ας μέσα από το καθε­στώς της μισθω­τής εργα­σί­ας όπως ανα­φέ­ρα­με έχει τα όριά της και δεν μπο­ρεί να απο­τε­λεί καθο­λι­κή λύση.

Ας σκε­φτού­με μόνο πως στην προ­βιο­μη­χα­νι­κή περί­ο­δο οι μισθω­τοί ήταν ένα περιο­ρι­σμέ­νο ποσο­στό στο σύνο­λο της προ­σφο­ράς και ζήτη­σης εργα­σί­ας. Ενώ στη βιο­μη­χα­νι­κή περί­ο­δο το ποσο­στό αυτό απο­γειώ­θη­κε και σε ορι­σμέ­νες χώρες έφτα­σε το 90% των απα­σχο­λού­με­νων, ωστό­σο τίπο­τε δεν μας εγγυά­ται ότι αυτό το σενά­ριο θα συνεχιστεί.

Στη μετα­βιο­μη­χα­νι­κή επο­χή που ήδη δια­νύ­ου­με, το υψη­λό ποσο­στό της μισθω­τής εργα­σί­ας απο­βαί­νει μειού­με­νο ένα­ντι της συνο­λι­κού όγκου της απα­σχό­λη­σης για μία σει­ρά λόγους που θα εξε­τά­σου­με στη συνέ­χεια. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα έχου­με μια αντί­στρο­φη μέτρη­ση υπέρ της αυτο­α­πα­σχό­λη­σης που σε ορι­σμέ­νες περι­πτώ­σεις θυμί­ζει προ­βιο­μη­χα­νι­κή περίοδο.

Οι αντι­κει­με­νι­κές παρα­γω­γι­κές συν­θή­κες δεν ευνο­ούν πλέ­ον την μονο­μέ­ρεια στις πολι­τι­κές απα­σχό­λη­σης του κρά­τους και της αγο­ράς. Ειδι­κό­τε­ρα, αυτό συμ­βαί­νει καθώς, υπάρ­χει ένα σημα­ντι­κό κομ­μά­τι της πραγ­μα­τι­κής οικο­νο­μί­ας που ανα­δύ­ε­ται πέραν του κρά­τους και της αγο­ράς και το οποίο ανα­φέ­ρε­ται στο συνερ­γα­τι­κό μοντέ­λο των επιχειρήσεων.

Στη μετά­βα­ση από την 3η στην 4η βιο­μη­χα­νι­κή επα­νά­στα­ση, η εργα­σία αντι­με­τω­πί­ζει εκτός των άλλων την πρό­κλη­ση για βαθιά ανα­διάρ­θρω­ση, η οποία θεσμι­κά πρέ­πει να διευ­θε­τη­θεί και να προ­σαρ­μο­στούν οι κατάλ­λη­λες πολιτικές.

Μέχρι τα τέλη περί­που του 20ού αιώ­να γνω­ρί­ζα­με ότι οι νέες επεν­δύ­σεις και η ανά­πτυ­ξη δημιουρ­γού­σαν αυτο­μά­τως και νέες θέσεις εργα­σί­ας. Τώρα όμως, που στις μεγά­λες βιο­μη­χα­νι­κές επι­χει­ρή­σεις και υπη­ρε­σί­ες, ο τεχνο­λο­γι­κός εκσυγ­χρο­νι­σμός καταρ­γεί σε μεγά­λο βαθ­μό τα εργα­τι­κά χέρια χρειά­ζε­ται αναθεώρηση.

Ο κρα­τι­κός παρεμ­βα­τι­σμός υπέρ της ενερ­γούς ζήτη­σης έχει επί­σης φτά­σει στα όρια του. Οι συνέ­πειες της υπέρ-αυτο­μα­το­ποί­η­σης, της ψηφια­κής τεχνο­λο­γί­ας και της ρομπο­τι­κής περιο­ρί­ζουν τις θέσεις εργα­σί­ας χωρίς αντί­βα­ρο στην διεύ­ρυν­ση της απασχόλησης.

Κάτω από αυτό το ασφυ­κτι­κό κλί­μα οι μικρο­με­σαί­ες επι­χει­ρή­σεις «έντα­σης εργα­σί­ας» συμπιέ­ζο­νται και δημιουρ­γεί­ται ένας κενός χώρος επι­χει­ρη­μα­τι­κής δρα­στη­ριό­της καθώς, δεν έχουν επαρ­κή κεφά­λαια για να αντέ­ξουν τον μεγά­λο αντα­γω­νι­σμό. Για παρά­δειγ­μα το 1/3 περί­που των μικρο­με­σαί­ων επι­χει­ρή­σε­ων έκλει­σε στον Ευρω­παϊ­κό Νότο μετά το 2008.

Το απο­τέ­λε­σμα είναι η στά­σι­μη ανερ­γία ενώ πολ­λοί εργα­ζό­με­νοι ανα­γκά­ζο­νται να γίνουν αυτο­α­πα­σχο­λού­με­νοι, και εργα­ζό­με­νοι από το σπί­τι. Και αυτό φυσι­κά έρχε­ται σε αντί­θε­ση με την καθιε­ρω­μέ­νη αντί­λη­ψη πως κάθε τεχνο­λο­γι­κή πρό­ο­δος ανα­πτύσ­σει απε­ριό­ρι­στα τη προ­σφο­ρά και τη ζήτη­ση εργασίας.

Το γεγο­νός ότι, με τη βιο­μη­χα­νι­κή επα­νά­στα­ση ανα­πτύ­χθη­κε σε υψη­λό βαθ­μό το επί­πε­δο μισθω­τής εργα­σί­ας, δεν σημαί­νει ότι με την περαι­τέ­ρω αυτο­μα­το­ποί­η­ση, την ρομπο­τι­κή και την επι­στή­μη των υπο­λο­γι­στών θα έχου­με την ίδια τάση.

Ακρι­βώς το αντί­θε­το συμ­βαί­νει με τη νέα τεχνο­λο­γι­κή επα­νά­στα­ση και το ψηφια­κό κρά­τος και τις τρά­πε­ζες, ενώ ανα­μέ­νε­ται πλή­ρης ανα­τρο­πή στη μονο­διά­στα­τη μισθω­τή εργα­σία. Ο περιο­ρι­σμός είναι δεδο­μέ­νος ότι και να λένε οι επί μέρους στα­τι­στι­κές για τη μισθω­τή εργασία.

Επί­σης, είναι γνω­στό πως ένα μεγά­λο μέρος της συμ­βα­τι­κής βιο­μη­χα­νί­ας μετα­κι­νή­θη­κε στο τρί­το κόσμο. Στην Κίνα τις Ινδί­ες, το Βιετ­νάμ στην Πολυ­νη­σία, δημιουρ­γώ­ντας μεγά­λες πιέ­σεις ανερ­γί­ας στη Δύση.

Προ­βάλ­λο­ντας τα στα­τι­στι­κά στοι­χεία εξέ­λι­ξης της μισθω­τής εργα­σί­ας στη Δύση, που αριθ­μεί 800 εκα­τομ­μύ­ρια πολί­τες, δεν είναι αντι­κει­με­νι­κά σωστό να μην συνυ­πο­λο­γί­ζου­με στην εξί­σω­ση τα άλλα πέντε (5) με έξι (6) δισε­κα­τομ­μύ­ρια του παγκό­σμιου πλη­θυ­σμού και της προ­σφο­ράς εργα­σί­ας στο παγκο­σμιο­ποι­η­μέ­νο οικο­νο­μι­κό σύστημα.

Αυτό που επί­σης μπο­ρού­με να παρα­τη­ρή­σου­με είναι ότι νόμος της «προ­σφο­ράς και της ζήτη­σης» στην εργα­σία, δεν αυτορ­ρυθ­μί­ζε­ται του­λά­χι­στον όσο υπό­σχο­νται οι κλα­σι­κές θεω­ρί­ες και οι κρα­τι­κές παρεμ­βά­σεις δεν γίνε­ται πάντα με ορθο­λο­γι­κό τρό­πο για τις ανά­γκες της κοινωνίας.

Μπο­ρεί να αντα­πο­κρί­νο­νται βέβαια στις προ­ϋ­πο­θέ­σεις της οικο­νο­μι­κής μεγέ­θυν­σης και στη παρα­γω­γή πλού­του, αγνο­ούν, ωστό­σο, το κομ­μά­τι εκεί­νο που ζει μέσα στη φτώ­χεια. Παρα­δό­ξως εκεί­νο που βλέ­που­με ως παρα­τη­ρη­τές είναι ότι η επι­στή­μη για την κατα­πο­λέ­μη­ση της φτώ­χειας βρί­σκε­ται στο περιθώριο.

Η κλα­σι­κή η εργα­σια­κή θεω­ρία της αξί­ας, δεν λει­τουρ­γεί όπως πιστεύ­ε­ται απο­δο­τι­κά και εξ αντι­κει­μέ­νου χρειά­ζε­ται ανα­θε­ώ­ρη­ση. Σύμ­φω­να με τη σκέ­ψη τριών κλα­σι­κών οικο­νο­μο­λό­γων, των Άνταμ Σμιθ, Ντέι­βιντ Ρικάρ­ντο και Καρλ Μαρξ, η Θεω­ρία της Αξί­ας επι­κε­ντρώ­νε­ται στην εργα­σία. Ο Σμιθ προ­τεί­νει την εργα­σία ως μέτρο της αξί­ας, με την έννοια ότι είναι ένα μέσο για να εκφρα­στεί η αγο­ρα­στι­κή δύνα­μη του εμπο­ρεύ­μα­τος, όπως και το χρή­μα για να εκφρά­σει την αγο­ρα­στι­κή δύνα­μη του εμπο­ρεύ­μα­τος στην τιμή του. Υπό αυτήν την έννοια, η εργα­σία είναι απλώς ένα μέτρο αξί­ας, ένα «πραγ­μα­τι­κό πρό­τυ­πο» μέτρησης.

Ο Ρικάρ­ντο υπο­στή­ρι­ξε ότι όλη η παρα­γω­γή προ­έρ­χε­ται τελι­κά από την απα­σχό­λη­ση εργα­σί­ας, το κεφά­λαιο και τη γη. Υπο­στή­ρι­ξε δηλα­δή ότι η αξία των αγα­θών επη­ρε­ά­ζε­ται από την ποσό­τη­τα του κεφα­λαί­ου σε μορ­φή εργα­λεί­ων που χρη­σι­μο­ποιεί­ται για την παρα­γω­γή τους.

Ο Μαρξ υπο­στή­ρι­ξε ότι, η εργα­σία ήταν η μόνη ουσία που δημιουρ­γεί την αξία και ότι η συνο­λι­κή εργά­σι­μη ημέ­ρα χωρί­ζε­ται σε δύο μέρη, ένα από τα οποία ανα­πα­ρά­γει την επι­βί­ω­ση της εργα­σί­ας, το άλλο από την οποία παρέ­χει την υπε­ρα­ξία του κεφαλαίου.

Ο Κέινς ο σπου­δαί­ος οικο­νο­μο­λό­γος του εικο­στού αιώ­να, παρα­τή­ρη­σε ότι, οι νέες τεχνο­λο­γί­ες προ­ω­θού­σαν την παρα­γω­γι­κό­τη­τα και μεί­ω­ναν το κόστος εμπο­ρευ­μά­των και υπη­ρε­σιών με πρω­τό­γνω­ρους ρυθ­μούς. Μεί­ω­ναν επί­σης δρα­στι­κά τις ανθρω­πο­ώ­ρες που απαι­τού­ντο για την παρα­γω­γή αγα­θών και υπη­ρε­σιών. Έτσι εισή­γα­γε τον όρο της “τεχνο­λο­γι­κής ανεργίας’.

Ο Κέινς έσπευ­σε να προ­σθέ­σει ότι η τεχνο­λο­γι­κή ανερ­γία, παρά το ότι βρα­χυ­πρό­θε­σμα είναι ενο­χλη­τι­κή μακρο­πρό­θε­σμα συνι­στά μία μεγά­λη ευλο­γία καθώς σημαί­νει ότι η ανθρω­πό­τη­τα θα περά­σει στην αφθο­νία και θα εργά­ζε­ται λιγό­τε­ρες ώρες.

Αν αυτό δεν έχει συμ­βεί ακό­μη παρά την τερά­στια τεχνο­λο­γι­κή ανά­πτυ­ξη οφεί­λε­ται στο γεγο­νός ότι, τα μονο­πώ­λια και οι πολυ­ε­θνι­κές εται­ρεί­ες που ελέγ­χουν τα μεγά­λα κεφά­λαια και τους επεν­δυ­τι­κούς πόρους τους κατευ­θύ­νουν απο­κλει­στι­κά σε τομείς υψη­λής κερ­δο­σκο­πί­ας για τους οποί­ους δεν υπάρ­χει ελεύ­θε­ρος αντα­γω­νι­σμός και επο­μέ­νως είναι μύθος η έννοια της αντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας. Όπως για παρά­δειγ­μα συμ­βαί­νει τώρα με την ενερ­γεια­κή κρίση.

Ζού­με μια σει­ρά από αντι­νο­μί­ες του συστή­μα­τος. Από τη μία πλευ­ρά, ο μεγά­λος αντα­γω­νι­σμός στην ανα­ζή­τη­ση του κέρ­δους μειώ­νει το ποσο­στό κέρ­δους, και από την άλλη η τεχνο­λο­γι­κή και­νο­το­μία και η αυτο­μα­το­ποί­η­ση καθώς και η πνευ­μα­τι­κή ιδιο­κτη­σία, εξα­σφα­λί­ζουν υψη­λή κερ­δο­φο­ρία για το Κεφά­λαιο που αγο­ρά­ζει, επεν­δύ­ει σε και­νο­το­μί­ες και κατέ­χει δικαιώ­μα­τα ιδιοκτησίας.

Δημιουρ­γώ­ντας έτσι, νέους προ­νο­μιού­χους τομείς στη κερ­δο­φο­ρία με λιγό­τε­ρους εργα­ζο­μέ­νους. Από την άλλη δεν μπο­ρού­με να αγνο­ή­σου­με πως κατα­στρέ­φο­νται τομείς έντα­σης εργα­σί­ας οι οποί­οι δεν μπο­ρούν να λει­τουρ­γή­σουν μέσα στο κερ­δο­σκο­πι­κό πλαί­σιο χωρίς κρα­τι­κές επιδοτήσεις.

Σύμ­φω­να, με αυτές τις εξε­λί­ξεις η κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία είναι ανα­γκαία συν­θή­κη και για έναν ακό­μη λόγο. Το κρά­τος, καθώς μειώ­νε­ται το εύρος των μικρο­με­σαί­ων επι­χει­ρή­σε­ων και μειώ­νε­ται το εργα­τι­κό προ­σω­πι­κό που απα­σχο­λεί­ται είναι επό­με­νο να έχει μειω­μέ­νη φορο­λο­γι­κή βάση και περιο­ρι­σμέ­να έσο­δα. Έτσι όχι μόνο δεν μπο­ρεί να επε­κτεί­νει τις προ­σλή­ψεις, αλλά, δεν μπο­ρεί καν να τις δια­τη­ρή­σει στο ίδιο επί­πε­δο, καθώς δια­χει­ρί­ζε­ται απα­ραί­τη­τα λιγό­τε­ρους πόρους και πρέ­πει να καλύ­ψει περισ­σό­τε­ρες ανά­γκες στην κοι­νω­νι­κή πολι­τι­κή και τα κοι­νω­νι­κά οφέλη.

Η μισθω­τή εργα­σία ήταν προ­ϋ­πό­θε­ση για τα κέρ­δη των επι­χει­ρή­σε­ων και τα κέρ­δη προ­ϋ­πό­θε­ση για τη δημιουρ­γία νέων θέσε­ων εργα­σί­ας από τους εργο­δό­τες. Όταν όμως με τη νέα τεχνο­λο­γι­κή επα­νά­στα­ση τα κέρ­δη δεν προ­έρ­χο­νται πλέ­ον απο­κλει­στι­κά από αυτήν τη σχέ­ση, αλλά κυρί­ως από αυτο­μα­το­ποι­η­μέ­νες βιο­μη­χα­νί­ες, την ρομπο­τι­κή, χρη­μα­το­πι­στω­τι­κές αγο­ρές και τρά­πε­ζες, με λίγους υπαλ­λή­λους και περιο­ρι­σμέ­νη γρα­φειο­κρα­τία, τότε εργο­δό­τες που επι­χει­ρούν σε παρα­δο­σια­κές αλλά ανα­γκαί­ες μικρές και μεσαί­ες επι­χει­ρή­σεις βρί­σκο­νται σε δυσμε­νή θέση και ανα­γκά­ζο­νται να κλεί­σουν. Κι αυτό συμ­βαί­νει καθώς εκλεί­πει το κίνη­τρο να δια­τη­ρή­σουν τις επι­χει­ρή­σεις τους επι­φέ­ρο­ντας ως τελι­κό απο­τέ­λε­σμα να χάνε­ται και ένα σημα­ντι­κό μέρος από θέσεις εργασίας.

Η κατα­στρο­φή της μεσαί­ας τάξης μειώ­νει το εύρος της επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας στα μικρο­με­σαία στρώ­μα­τα (επαγ­γέλ­μα­τα) όπου χάνο­νται επι­πλέ­ον θέσεις εργα­σί­ας και στο τέλος όλα αυτά συντε­λούν στην πτώ­ση του ιδε­ώ­δους του κατα­να­λω­τι­σμού. Οι νέες συν­θή­κες αλλά­ζουν και τα κατα­να­λω­τι­κά πρό­τυ­πα καθό­σον η κοι­νω­νία ανα­γκα­στι­κά συνη­θί­ζει σιγά-σιγά να πορεύ­ε­ται με ένα πιο λιτό βίο που εστιά­ζε­ται στις βασι­κές ανά­γκες ενέρ­γεια – τρο­φή, κατοι­κία και φρο­ντί­δα υγείας.

Η τάση αυτή έγι­νε εμφα­νής στις μεσο­γεια­κές χώρες και παρά­δειγ­μα στην Ελλά­δα είχα­με μετά την κρί­ση και το κλεί­σι­μο παρα­πά­νω από 100.000 επι­χει­ρή­σε­ων από τις οποί­ες χάθη­καν και αντί­στοι­χες 1.000.000 θέσεις εργασίας.

Το έλλειμ­μα αυτό δεν πρό­κει­ται να ανα­πλη­ρω­θεί για τον απλού­στα­το λόγο, ότι δεν δύνα­ται να υπάρ­ξουν στο μέλ­λον βιώ­σι­μες ιδιω­τι­κές επι­χει­ρή­σεις χωρίς κέρ­δος. Τα κέρ­δη υπάρ­χουν πλέ­ον μόνο σε εκεί­νες τις μεγά­λες επι­χει­ρή­σεις που εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται μαζι­κές αγο­ρές, δημό­σιες υπο­δο­μές και κατα­σκευ­ές, διό­δια, καύ­σι­μα, ενέρ­γεια, λιμά­νια, μετα­φο­ρές χρη­μα­το­οι­κο­νο­μι­κές συναλλαγές.

Πολ­λοί άλλω­στε μικρο­με­σαί­οι βρί­σκο­νται παγι­δευ­μέ­νοι στα χρέη και συνε­χί­ζουν μόνο και μόνο για να μη χάσουν περιου­σί­ες, τις οποί­ες από­κτη­σαν πριν την κρί­ση. Άλλοι για να εξα­σφα­λί­σουν απλώς ένα μισθό, σαν κι αυτό που παίρ­νουν οι υπάλ­λη­λοι τους.

Δεν πρό­κει­ται λοι­πόν ουσια­στι­κά για κερ­δο­σκο­πι­κές επι­χει­ρή­σεις αλλά για νέες δυνά­μει μη κερ­δο­σκο­πι­κές επι­χει­ρή­σεις, οι οποί­ες εάν, θέλουν να επι­βιώ­σουν στο νέο ασφυ­κτι­κό περι­βάλ­λον του αντα­γω­νι­σμού πρέ­πει να στη­ρι­χθούν από το κοι­νω­νι­κό περι­βάλ­λον και τα κοι­νω­νι­κά δίκτυα. Θα πρέ­πει επί­σης να λάβου­με υπό­ψη ότι έρχε­ται η άνο­δος της εργα­σί­ας στο σπί­τι και την προ­σαρ­μο­γή σ΄ αυτές τις νέες συνθήκες.

Το ερώ­τη­μα εδώ είναι ποιες είναι οι εναλ­λα­κτι­κές του συστή­μα­τος, πέρα από την μισθω­τή εργα­σία στο κρά­τος και στον ιδιω­τι­κό τομέα. Τι θα γίνει με το πλε­ο­νά­ζον εργα­τι­κό δυναμικό;

Αν ισχύ­ει ότι η εργα­σία που χάνε­ται ανα­κα­λύ­πτε­ται εκ νέου με νέες οργα­νω­τι­κές μορ­φές και σε πολ­λούς νέους τομείς κοι­νω­νι­κών υπη­ρε­σιών, τότε πρέ­πει ν΄ ανα­ζη­τη­θεί πέραν της αγο­ράς και του κρά­τους. Να ανα­ζη­τη­θεί στην κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία και κοι­νω­νι­κή επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα, καθώς ο ιδιω­τι­κός τομέ­ας πλέ­ον δεν χρειά­ζε­ται για να λει­τουρ­γή­σει όλο το όγκο της προ­σφο­ράς της μισθω­τής εργασίας.

Αυτό συμ­βαί­νει για­τί σε συν­θή­κες που κατα­στρέ­φε­ται ένα κομ­μά­τι των μικρο­με­σαί­ων επι­χει­ρή­σε­ων, είναι ανα­γκα­σμέ­νοι (και αυτό είναι εφι­κτό) να γίνουν «επι­χει­ρη­μα­τί­ες οι συλ­λο­γι­κό­τη­τες, οι ενω­μέ­νοι κατα­να­λω­τές, μέλη μιας ολό­κλη­ρης κοι­νό­τη­τας με βάση το συνε­ται­ρι­στι­κό μοντέ­λο επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας. Υπάρ­χει η δυνα­τό­τη­τα να γίνουν επι­χει­ρή­σεις πολι­τι­στι­κά ιδρύ­μα­τα και ανθρω­πι­στι­κές φιλαν­θρω­πι­κές οργανώσεις.

Αυτές δύνα­ται να ενερ­γο­ποι­ή­σουν ανε­νερ­γούς πόρους, κτί­ρια, εγκα­τα­λε­λειμ­μέ­νες εγκα­τα­στά­σεις, γη, κοι­νό­χρη­στους χώρους, δάση κ.λπ. σε συνερ­γα­σία με φορείς της Τοπι­κής Αυτο­διοί­κη­σης. Αυτές (οι συμπρά­ξεις) μπο­ρούν να οργα­νώ­σουν ανε­νερ­γούς ανθρώ­πι­νους πόρους προ­σφέ­ρο­ντας κοι­νω­νι­κές υπη­ρε­σί­ες στον τομέα της δια­τρο­φής, της υγεί­ας και των κοι­νω­νι­κών υπη­ρε­σιών. Επί­σης, μπο­ρούν να απα­σχο­λούν ανει­δί­κευ­τα άτο­μα για βοή­θεια στο σπί­τι. Σε αυτό το επί­πε­δο ανα­ζή­τη­σης εύρε­σης εργα­σί­ας, μπο­ρεί να ανα­πτυ­χθεί ένα νέο είδος οικια­κής απα­σχό­λη­σης οικο­τε­χνί­ας και βιοτεχνίας.

Το ζήτη­μα αυτό γίνε­ται περισ­σό­τε­ρο κατα­νοη­τό σε ό,τι αφο­ρά τις ενερ­γεια­κές πηγές της γης. Από την μια μεριά τα ορυ­κτά καύ­σι­μα που διέ­πο­νται από το νόμο της σπα­νιό­τη­τας των πόρων, προ­κα­λούν το πρό­βλη­μα της ανι­σο­κα­τα­νο­μής ενερ­γεια­κής φτώ­χειας. Και από την άλλη έχου­με τη δυνα­τό­τη­τα της διά­δο­σης των εναλ­λα­κτι­κών πηγών ενέρ­γειας που μπο­ρούν, ανα­πτυ­χθούν στο μεγα­λύ­τε­ρο κομ­μά­τι της γης.

Και εδώ η κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία μπο­ρεί να συμ­βά­λει καθο­ρι­στι­κά με τα ενερ­γεια­κές κοι­νό­τη­τες που είναι ένας νέος θεσμός στην Ευρώ­πη. Ο ΉΛΙΟΣ ως πηγή ενέρ­γειας πέρα από το κόστος της αρχι­κής κατά­στα­σης συλ­λο­γής ενέρ­γειας χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από την αφθο­νία και απο­τε­λεί δωρε­άν ενέρ­γεια, χάρις τις νέες τεχνο­λο­γί­ες άντλη­σης ενέρ­γειας απευ­θεί­ας από το Ήλιο αλλά και το μετα­σχη­μα­τι­σμό αυτής της ενέρ­γειας σε υδρογόνο.

Αυτή η προ­ο­πτι­κή που μόλις τα τελευ­ταία χρό­νια ανα­δει­κνύ­ε­ται φέρ­νει τερά­στιες ανα­κα­τα­τά­ξεις του κεφα­λαί­ου και της εργα­σί­ας. Μπο­ρεί να μην αυξά­νει αισθη­τά την απα­σχό­λη­ση αλλά απαλ­λάσ­σει τα νοι­κο­κυ­ριά και τις επι­χει­ρή­σεις από το δυσβά­στα­κτο ενερ­γεια­κό κόστος συμ­βάλ­λο­ντας στη βιω­σι­μό­τη­τά τους και κατ’ επέ­κτα­ση στη βιω­σι­μό­τη­τα θέσε­ων εργασίας.

Η οικο­νο­μι­κή ολι­γαρ­χία ασφα­λώς δεν ενδια­φέ­ρε­ται για την κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία. Στην επο­χή μας ο σχε­δια­σμός της διευ­κο­λύ­νε­ται καθώς, η εργα­σία δεν είναι το από­λυ­το μέτρο συγκέ­ντρω­σης του πλού­του ενώ το έλλειμ­μα της είναι η πηγή της φτώ­χειας. Επι­πλέ­ον παρεμ­βάλ­λο­νται κι άλλοι παρά­γο­ντες που υπο­κα­θι­στούν την πλη­ρω­μέ­νη εργα­σία, με απλή­ρω­τη ψηφια­κή εργα­σία των χρη­στών και κατα­να­λω­τών και πέρα από την αξία της γης, η πνευ­μα­τι­κή ιδιοκτησία.

Συμπε­ρα­σμα­τι­κά, οι παλαιές «κλα­σι­κές θεω­ρή­σεις για την εργα­σία είναι μονο­διά­στα­τες. Βλέ­πουν μόνο τη μία πλευ­ρά του λόφου, ενώ σήμε­ρα η εργα­σία είναι μία πολυ­διά­στα­τη υπό­θε­ση. Υπάρ­χει βεβαί­ως η πλη­ρω­μέ­νη μισθω­τή εργα­σία στη μεγά­λη κλί­μα­κα, υπάρ­χει η αυτο­ε­ξυ­πη­ρέ­τη­ση, η αυτο­α­πα­σχό­λη­ση και ο εθε­λο­ντι­σμός της εργα­σί­ας, που συνει­σφέ­ρει στο συνο­λι­κό προ­ϊ­όν της κοι­νω­νί­ας. Το δια­δί­κτυο για παρά­δειγ­μα βρί­θει από ψηφια­κό περιε­χό­με­νο και ελεύ­θε­ρο λογι­σμι­κό προ­ϊ­όν απλή­ρω­της εργασίας.

Υπάρ­χουν επο­μέ­νως τομείς της οικο­νο­μί­ας που τεί­νουν στη μεί­ω­ση του κόστους, υπέρ του κατα­να­λω­τή όπως οι τομείς της πλη­ρο­φο­ρι­κής και της ψηφια­κής οικο­νο­μί­ας, όπως και οι ήπιες μορ­φές ενέρ­γειας με πηγή τον ήλιο. Υπάρ­χουν και φυσι­κά μονο­πώ­λια σε δημό­σιες υπο­δο­μές που κατο­χυ­ρώ­θη­καν υπέρ ιδιω­τών, από το ίδιο το κρά­τος τα οποία αυξά­νουν αυθαί­ρε­τα το κόστος βλέ­πε ορυ­κτά καύσιμα.

Υπάρ­χουν και τομείς όπως ο δια­τρο­φι­κός τομέ­ας και ο τομέ­ας υγεί­ας που δεν υπο­κα­θί­στα­ται η ανθρώ­πι­νη εργα­σία από ρομπότ και έχουν αυξα­νό­με­νες ανά­γκες στην απα­σχό­λη­ση ανθρώ­πι­νο δυνα­μι­κού. Τομείς στους οποί­ους θα παρα­μεί­νει η έντα­ση εργα­σί­ας καθώς, δεν μπο­ρεί να υπο­κα­τα­στα­θεί από τις νέες τεχνο­λο­γί­ες. Όλα αυτά τα δεδο­μέ­να πρέ­πει να εξε­τα­στούν και να συνυ­πο­λο­γι­στούν πολύπλευρα.

Οι σχε­δια­στές της εργα­σια­κής πολι­τι­κής θα πρέ­πει να λάβουν υπό­ψη όλες αυτές τις παρα­μέ­τρους αυτο­α­πα­σχό­λη­σης και απλή­ρω­της εργα­σί­ας και όχι μόνο την παρά­με­τρο της μισθω­τής εργα­σί­ας, την οποία προ­σπα­θούν να δια­τη­ρή­σουν με συνε­χό­με­να προ­γράμ­μα­τα κατάρ­τι­σης, ποντά­ρο­ντας εκεί, που αντι­κει­με­νι­κά δεν μπο­ρούν να δημιουρ­γη­θούν νέες θέσεις εργασίας.

Για να αντι­με­τω­πι­στεί το πρό­βλη­μα της ανερ­γί­ας ο κοι­νω­νι­κός απο­κλει­σμός και η φτώ­χεια χρειά­ζε­ται μια νέα θεω­ρία ένα νέο “λογι­σμι­κό’ για την αξία της εργα­σί­ας και της απλή­ρω­της ψηφια­κής εργα­σί­ας στο δια­δί­κτυο καθώς έχου­με και μια άλλη υπό­στα­ση της εργασίας.

Ο μετα­σχη­μα­τι­σμός πού γίνε­ται τώρα στο επί­πε­δο της οικο­νο­μί­ας και της εργα­σί­ας, δεν είναι όπως εκεί­νος ο μετα­σχη­μα­τι­σμός της χει­ρω­να­κτι­κής εργα­σί­ας στο παρελ­θόν σε μηχα­νι­κή εργα­σία, που πάλι απαι­τού­σε εργα­τι­κά χέρια. Τώρα πρό­κει­ται για πνευ­μα­τι­κή εργα­σία που μετα­σχη­μα­τί­ζε­ται σε τεχνη­τή νοη­μο­σύ­νη που δεν υπο­κα­θι­στά μόνο τα εργα­τι­κά χέρια και την πνευ­μα­τι­κή εργα­σία περιο­ρί­ζο­ντας τον ανθρώ­πι­νο παρά­γο­ντα μέσα στις επιχειρήσεις.

Το να βάζεις σήμε­ρα μπρο­στά τη θεω­ρία του Adam Smith για να εξη­γή­σεις σύγ­χρο­να φαι­νό­με­να, είναι σαν να βάζεις τον Αρι­στο­τέ­λη να μιλή­σει για ένα άλλο σύστη­μα πέραν της δου­λο­κτη­σί­ας το οποίο γνώριζε.

Τα μεγά­λα κέρ­δη σήμε­ρα των μεγά­λων επι­χει­ρή­σε­ων δεν βγαί­νουν από την υπε­ρα­ξία των πολύ καλά αμει­βο­μέ­νων υψη­λό­μι­σθων στε­λε­χών τους, αλλά από την απλή­ρω­τη εργα­σία αυτο­ε­ξυ­πη­ρέ­τη­σης πελα­τών μέσω του ψηφια­κού κρά­τους των ψηφια­κών τρα­πε­ζών των μεγά­λων ψηφια­κών επιχειρήσεων.

Έχου­με δηλα­δή, μία αυτο­δια­χεί­ρι­ση και αυτο­ε­ξυ­πη­ρέ­τη­ση πελα­τών και ένα άυλο μηχα­νι­σμό κέρ­δους που εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται μεγά­λες επι­χει­ρή­σεις μονο­πω­λια­κού χαρακτήρα.

Με άλλα λόγια υπάρ­χει αυτό που θα μπο­ρού­σα­με να το χωρί­σου­με σχη­μα­τι­κά και να το δού­με ως σχε­τι­κό­τη­τα στις αξί­ες της εργα­σί­ας, μέσα σε ένα οικο­νο­μι­κό σύστη­μα που δεν έχει ηθι­κές δεσμεύ­σεις για το είδος των δρα­στη­ριο­τή­των που ασκεί ή που δεν ασκεί.

Το εκμε­ταλ­λευ­τι­κό σύστη­μα άνε­τα δύνα­ται να κατα­σκευά­ζει νέα τυχε­ρά παι­χνί­δια και τοξι­κά ομό­λο­γα, την ίδια στιγ­μή που υπάρ­χουν τερά­στιες κοι­νω­νι­κές ανά­γκες στο τομέα κοι­νω­νι­κής πρόνοιας.

Η Google και η Facebook και άλλες πλατ­φόρ­μες στο δια­δί­κτυο δεν κερ­δί­ζουν τα τερά­στια πράγ­μα­τι μεγέ­θη κερ­δών, από την εργα­σία των υπαλ­λή­λων τους, αλλά κυρί­ως από την απλή­ρω­τη εργα­σία συσ­σώ­ρευ­σης δεδο­μέ­νων των ίδιων των μελών και κατα­να­λω­τών τους που διαχειρίζονται.

Υπό αυτή την έννοια οι μεγά­λες επι­χει­ρή­σεις της ψηφια­κής τεχνο­λο­γί­ας δεν χρειά­ζο­νται μόνο μισθω­τούς αλλά, κυρί­ως κατα­να­λω­τές και πελά­τες πού αγο­ρά­ζουν τις υπη­ρε­σί­ες τις οποί­ες οι ίδιοι κατέ­χουν και δια­χει­ρί­ζο­νται, το δια­θέ­σι­μο λογι­σμι­κό και τα ρομπότ.

Υπάρ­χουν και άλλες συμ­βο­λι­κές και δια­νοη­τι­κές αξί­ες που γίνο­νται εμπό­ρευ­μα και προ­ϋ­πο­θέ­σεις για συγκέ­ντρω­ση πλού­του που δεν ορί­ζο­νται ορι­ζό­ντια από τη μισθω­τή εργασία.

Οι κάθε λογής αστέ­ρες του αθλη­τι­σμού και της τέχνης που απο­λαμ­βά­νουν τερά­στιους μισθούς και οικο­νο­μι­κές απο­λα­βές, δεν καθο­ρί­ζο­νται από το ενιαίο σύστη­μα της μισθω­τής εργα­σί­ας και σε καμία περί­πτω­ση δεν μπο­ρούν να δικαιο­λο­γη­θούν με τη λογι­κή της μετα­τρο­πής της ακα­τέρ­γα­στης ύλης σε χρή­σι­μα υλι­κά προϊόντα.

Από την άλλη υπάρ­χει, η συγκε­ντρω­μέ­νη πολι­τι­στι­κή κλη­ρο­νο­μιά, οι επεν­δύ­σεις της οικο­γέ­νειας στην παι­δεία, ο εθε­λο­ντι­σμός και η απλή­ρω­τη πνευ­μα­τι­κή εργα­σία στο δια­δί­κτυο, που εκμε­ταλ­λεύ­ε­ται άλλο­τε το κρά­τος και άλλο­τε ιδιω­τι­κός τομέ­ας για τη συγκέ­ντρω­ση πόρων και δια­χεί­ρι­ση πλού­του. Η αυξη­μέ­νη φορο­λο­γία επί­σης χρη­μα­το­δο­τεί δρα­στη­ριό­τη­τες με συμ­βο­λι­κή αξία στο πολιτισμό.

Τέλος, υπάρ­χει η θρη­σκευ­τι­κή πίστη, είτε απλά αθλη­τι­κές ομά­δες που εκφρά­ζουν χόμπι, και οπα­δούς που τρο­φο­δο­τούν έμμε­σα την οικο­νο­μι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα με μάζες πιστών και εθε­λο­ντών με ένα μεγά­λο κύκλο κερδοσκοπίας.

Σ΄ αυτά τα πεδία ο νόμος της «προ­σφο­ράς και της ζήτη­σης» δεν υπο­κύ­πτει στις υλι­κές ανά­γκες, αλλά στο συλ­λο­γι­κό φαντα­σια­κό που έχει σχέ­ση με τις ψυχα­γω­γι­κές ανά­γκες που έχουν δια­μορ­φω­θεί μέσα στην κοι­νω­νία και γίνο­νται «προ­ϊ­όν» με την πολ­λα­πλα­σια­στι­κό απο­τέ­λε­σμα που λαμ­βά­νει χώρα στη τηλε­ό­ρα­ση και στο διαδίκτυο.

Για αυτούς τους λόγους έχει τόσο μεγά­λη σημα­σία η κουλ­τού­ρα και η προ­πα­γάν­δα που ασκεί­ται κάθε φορά, προς τα που θα γίνουν οι επεν­δύ­σεις και που δημιουρ­γού­νται πράγ­μα­τι οι νέες θέσεις εργασίας.

Όταν το “προ­ϊ­όν” είναι το θέα­μα και μέσω αυτού οι δια­φη­μί­σεις και όχι ο “άρτος” η πρό­νοια και η περί­θαλ­ψη των ανθρώ­πων, τότε οι θέσεις εργα­σί­ας συνε­χώς θα περιο­ρί­ζο­νται. Αντί­θε­τα οι θέσεις εργα­σί­ας μπο­ρούν να αυξά­νο­νται όσο ανα­πτύσ­σε­ται η κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία, με κοι­νω­φε­λείς σκο­πούς στις πραγ­μα­τι­κές ανά­γκες των ανθρώ­πων.

Αυτό το νόη­μα στο μετα­σχη­μα­τι­σμό της εργα­σί­ας μπο­ρού­με να το κατα­νο­ή­σου­με καλύ­τε­ρα τώρα με την παγκό­σμια κρί­ση στη ενέρ­γεια όπου το δια­κύ­βευ­μα είναι η στα­δια­κή κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση της ενέρ­γειας μέσα από τις ενερ­γεια­κές κοινότητες.

Στη μελέ­τη αυτή, χρειά­ζε­ται να προσ­διο­ρί­σου­με ποιο είναι το αντι­κεί­με­νο της κοι­νω­νι­κής επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας αλλά και το υπο­κεί­με­νο που κινη­το­ποιεί τις παρα­γω­γι­κές διαδικασίες.

Το αντι­κεί­με­νο είναι:

  • Ενερ­γεια­κός τομέ­ας με στό­χο την κοι­νω­νι­κο­ποί­η­ση της ενέρ­γειας μέσα από τους ενερ­γεια­κούς συνεταιρισμούς.

  • Ο δια­τρο­φι­κός τομέ­ας με στό­χο  την δια­τρο­φι­κή αυτάρ­κεια με τη συμ­βο­λαια­κή κοι­νω­νι­κή Γεωργία.

  • Ο τομέ­ας υγεί­ας με στό­χο νέες συνερ­γα­τι­κές δομές κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης της υγείας.

  • Ο τομέ­ας της κοι­νω­νι­κής κατοικίας

  • Ο τομέ­ας περι­βάλ­λο­ντος με στό­χο τη συμ­με­το­χι­κή πρά­σι­νη – κοι­νω­νι­κή επιχειρηματικότητα.

  • Ο τομέ­ας τοπι­κής Αυτο­διοί­κη­σης με στό­χο την ανά­πτυ­ξη της κοι­νω­νι­κής επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας στην τοπι­κή αυτοδιοίκηση

  • Με την (Η) ψηφια­κή κοι­νω­νι­κή επιχειρηματικότητα

  • Ο τομέ­ας πολι­τι­σμού με στό­χο την κοι­νω­νι­κή πολι­τι­στι­κή επιχειρηματικότητα.

  • Στις συνε­ται­ρι­στι­κές τρά­πε­ζες και τα ασφα­λι­στι­κά ταμεία.

Το υπο­κεί­με­νο της κοι­νω­νι­κής επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας στην προ­σφο­ρά και ζήτη­ση εργα­σί­ας προσ­διο­ρί­ζε­ται από τις συλ­λο­γι­κές οργα­νώ­σεις της κοι­νω­νί­ας πολι­τών και τους συνεταιρισμούς.

Ο συνερ­γα­τι­σμός και το κοι­νω­νι­κό κεφά­λαιο είναι ο καθο­ρι­στι­κός παρά­γο­ντας κινη­το­ποί­η­σης των δυνά­με­ων της εργα­σί­ας, απέ­να­ντι στους τους υλι­κούς και ανθρώ­πι­νους πόρους που παρα­μέ­νουν ανε­νερ­γοί, στο πλαί­σιο της προ­σφο­ράς και ζήτη­σης εργα­σί­ας από τον ιδιω­τι­κό τομέα. Αυτή η προ­σέγ­γι­ση συνει­δη­τό­τη­τας μπο­ρεί να επι­δρά­σει κατα­λυ­τι­κά στη δημιουρ­γία θέσε­ων εργα­σί­ας, πέραν από την επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα του κρά­τους και της αγοράς.

Η δια­φο­ρο­ποί­η­ση της κοι­νω­νι­κής οικο­νο­μί­ας σε σχέ­ση με την οικο­νο­μία της αγο­ράς, δεν βρί­σκε­ται τόσο στο αντι­κεί­με­νο όσο στο υπο­κεί­με­νο της επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας που είναι συλ­λο­γι­κό και κινη­το­ποιεί πόρους.

Επο­μέ­νως, όταν εξε­τά­ζου­με τη δημιουρ­γία θέσε­ων εργα­σί­ας μέσω της κοι­νω­νι­κής οικο­νο­μί­ας θα πρέ­πει να ανα­δεί­ξου­με όλο αυτό το πλέγ­μα προ­ϋ­πο­θέ­σε­ων που κινούν τη θεσμι­κή δια­δι­κα­σία πρω­το­βου­λί­ας από τις τοπι­κές κοινότητες.

Στο χώρο των κοι­νω­νι­κών επι­χει­ρή­σε­ων είθι­σται πολ­λοί να μιλούν για το «οικο­σύ­στη­μα» της κοι­νω­νι­κής οικο­νο­μί­ας υπο­νο­ώ­ντας την ανά­γκη ενός σχε­τι­κού θεσμι­κού περι­βάλ­λο­ντος. Εξε­τά­ζο­ντας, όμως, τη θεω­ρία της προ­σφο­ράς και της ζήτη­σης στη δημιουρ­γία νέων θέσε­ων εργα­σί­ας, δεν βρή­κα­με κάποια θεω­ρία που να αφο­ρά τη λει­τουρ­γία της προ­σφο­ράς και της ζήτη­σης στην κοι­νω­νι­κή οικονομία.

Για την κοι­νω­νι­κή οικο­νο­μία δεν υπάρ­χει κάποια ολο­κλη­ρω­μέ­νη θεσμι­κή προ­σέγ­γι­ση που να αντι­με­τω­πί­ζε­ται ως ολό­τη­τα. Οι θεω­ρί­ες που υπάρ­χουν της προ­σφο­ράς και της ζήτη­σης ανα­φέ­ρο­νται στη νεο­κλα­σι­κή οικο­νο­μι­κή θεω­ρία, και στην κεϊν­σια­νή θεω­ρία της ενερ­γούς ζήτησης.

Αυτό σημαί­νει ότι υπάρ­χει ένα θεω­ρη­τι­κό κενό για την σύγ­χρο­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ώστε να δημιουρ­γη­θεί πραγ­μα­τι­κά ένα “οικο­σύ­στη­μα” του τρί­του τομέα της οικο­νο­μί­ας. Είναι ανα­γκαί­ος λοι­πόν, ένας οδη­γός θεω­ρί­ας και πρά­ξης για τον τρί­το πυλώ­να της οικο­νο­μί­ας που δημιουρ­γεί εκτός των άλλων νέες θέσεις εργασίας.

Εν τέλει έχο­ντας υπό­ψη την “τεχνο­λο­γι­κή” ανερ­γία σε μία περί­ο­δο μετά­βα­σης προς την 4η βιο­μη­χα­νι­κή επα­νά­στα­ση που συρ­ρι­κνώ­νει τις μικρο­με­σαί­ες επι­χει­ρή­σεις και μειώ­νει την απα­σχό­λη­ση στον ιδιω­τι­κό τομέα.

Έχο­ντας υπό­ψη ότι ο κρα­τι­κός παρεμ­βα­τι­σμός δεν μπο­ρεί να καλύ­ψει πλή­ρως τις ανά­γκες με επι­δό­μα­τα και επι­χο­ρη­γή­σεις για την προ­σφο­ρά εργασίας.

Έχο­ντας από την άλλη δείγ­μα­τα γρα­φής σε πανευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο ότι η κοι­νω­νι­κή επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα ανα­πτύσ­σει προ­ο­δευ­τι­κά και στα­θε­ρά την απα­σχό­λη­ση αντι­με­τω­πί­ζο­ντας τον οικο­νο­μι­κό απο­κλει­σμό προτείνουμε :

ένα επι­χει­ρη­σια­κό πρό­γραμ­μα κοι­νω­νι­κής επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τας και απασχόλησης

Μέχρι τώρα η σχε­τι­κή αντα­πό­κρι­ση από το Υπουρ­γείο Εργα­σί­ας και τις Περι­φέ­ρειες ήταν προσχηματική.

Ανα­γνώ­ρι­ζε μεν τις οδη­γί­ες του Ευρω­παϊ­κού Κοι­νω­νι­κού Ταμεί­ου για την ενί­σχυ­ση της Κοι­νω­νι­κής Οικο­νο­μί­ας στην Ελλά­δα αλλά κατεύ­θυ­νε τους σχε­τι­κούς πόρους απο­κλει­στι­κά προς Άλλους τομείς του δημο­σί­ου και ιδιω­τι­κού τομέα.

Έτσι, τα τελευ­ταία 10 χρό­νια, στην Ελλά­δα, οι κοι­νω­νι­κές επι­χει­ρή­σεις έχουν ουσια­στι­κά απο­κλει­στεί από τους κοι­νο­τι­κούς πόρους και χρη­μα­το­δο­τή­θη­καν ελά­χι­στα. Αυτός ο φαύ­λος κύκλος θα σπά­σει μόνο αν κινη­το­ποι­η­θούν οι οργα­νώ­σεις της κοι­νω­νί­ας πολι­τών που είναι και το υπο­κεί­με­νο της κοι­νω­νι­κής οικο­νο­μί­ας και της κοι­νω­νι­κής επιχειρηματικότητας.

Τότε είναι βέβαιο ότι θα ακο­λου­θή­σουν και οι ανά­λο­γες πολι­τι­κές στις Κυβερ­νή­σεις και στην Τοπι­κή Αυτοδιοίκηση.

 

Βρεί­τε μας και στη σελί­δα μας στο Facebook: Η Κοι­νω­νι­κή Οικο­νο­μία σήμερα

- Δια­φή­μι­ση -

- Διαφήμιση -

- Δια­φή­μι­ση -

- Διαφήμιση -

- Δια­φή­μι­ση -

Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Αφήστε μια απάντηση

Σημείωση πριν τη φόρμα σχολίων

Σημείωση μετά ΄τη φόρμα σχολίων