γράφει ο Μπλοκάκιος
Μποτιλιάρισμα στη κάθοδο του Κηφισού. Το πεντάλεπτο της διαδρομής μεγεθύνεται. Γίνεται μια ώρα και κάτι από τη ζωή μου αρκετά ψυχοφθόρα.
Μποτιλιάρισμα στον Κηφισό. Κανονικά δεν θα έπρεπε να είναι είδηση. Ειδικά τις πρωινές ώρες και αν οδηγείς κοντά στο «λαιμό του μπουκαλιού». Αλλά σήμερα κάποιοι σκέφτηκαν τις ώρες της αιχμής να τοποθετήσουν πληροφοριακές πινακίδες. Λες και δεν μπορούσαν να το κάνουν τη νύχτα ή τις πρώτες πρωινές ώρες που η κίνηση δεν είναι τόσο αυξημένη.
Κάποιοι το σκέφτηκαν, κάποιοι το αποφάσισαν, κάποιοι ταλαιπωρήθηκαν.
Αποφάσισαν χωρίς καμμιά κοινωνική ενσυναίσθηση ή τουλάχιστον αίσθηση πολιτικής ευθύνης. Γιατί οι πολιτικοί ιθύνοντες θα την πληρώσουν στο τέλος. Γιατί αυτοί φαίνονται, αυτοί είναι αναγνωρίσιμοι και γιατί σε τελευταία ανάλυση αυτοί είναι υπεύθυνοι που αφήνουν κάποιους ανεγκέφαλους ή τυχάρπαστους να ταλαιπωρούν χιλιάδες συμπολίτες μας.
Κοιτάζω γύρω μου τον κόσμο στην αναμονή. Αλλοι το αντιμετωπίζουν ψύχραιμα, στωικά, άλλοi έχουν καβαλήσει παρανόμως την ΛΕΑ (Λωρίδα Έκτακτης Ανάγκης), άλλοι κάνουν επικίνδυνες στραβοτιμονιές στα κοντοσταματήματα προσπαθώντας να αλλάξουν λωρίδα, κορναρίσματα, εκνευρισμός. Άλλοι χτυπούν ανυπόμονα τα χέρια στο τιμόνι, συνομιλούν με τους συνεπιβάτες ή προσπαθούν να ξεχασθούν με το ραδιόφωνο.
Τηλεφωνώ σε γνωστό ραδιοφωνικό σταθμό. «Το είπαμε κύριε στις ενημερώσεις μας» μου λένε καθησυχαστικά. «Ναι αλλά το θέμα είναι ποιος ευθύνεται για αυτές τις αποφάσεις. Πρέπει να ελέγχετε την εξουσία και όχι μόνο ενημέρωση!» Νοιώθω μόνος στην Εθνική και μποτιλιαρισμένος. Που να βρεις το δίκιο σου!
Χιλιάδες συμπολίτες μας ταλαιπωρούνται και κανείς ανευθυνουπεύθυνος δεν έχει βγει για μια συγνώμη. Δεν συζητάμε για την Τροχαία! Συγνώμη αλλά έχω κάθε δικαίωμα να αγανακτώ. Χιλιάδες άνθρωποι ταλαιπωρούνται δίχως λόγο γιατί η οργάνωση και ο προγραμματισμός μοιάζει άγνωστη λέξη στη χώρα.
Σκέφτομαι το κοινωνιολογικό προφίλ του μποτιλιαρίσματος. Εργαζόμενοι που τρέχουν για το μεροκάματο. Επαγγελματίες που τρέχουν για τις δουλειές τους παίζοντας με το χρόνο. Άρρωστοι που πηγαίνουν για εξετάσεις στο γιατρό ή στο νοσοκομείο. Επιβάτες που βιάζονται μήπως χάσουν το πλοίο στο λιμάνι, το αεροπλάνο ή το λεωφορείο στα παρακείμενα ΚΤΕΛ. Περίοικοι που θέλουν να μεταβούν σε γειτονικά προάστεια, ηλικιωμένοι με τα προβλήματά τους, γονείς με τα παιδιά να κλαίνε εκδρομείς, επιβάτες που επιστρέφουν κουρασμένοι από μακρινές διαδρομές και «κολλάνε» στα τελευταία χιλιόμετρα. Άνθρωποι με διαφορετικά προφίλ και προβλήματα.
Όλοι αυτοί θα υπομείνουν, θα νευριάσουν, θα ξεφουσκώσουν μετά από λίγο.
Το πρόβλημα του Κηφισού γενικά είναι γνωστό. Μετά από το σκέπασμα του νοτίου τμήματος (που κι αυτό είναι συζητήσιμο) τίποτα άλλο δεν έγινε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημά του από του Ρέντη ως την Μεταμόρφωση.
Θυμάμαι τον Χάρυ Κλυν. «Αυτή η χώρα δεν σώζεται με τίποτα!» Είναι έτσι όμως; Θα έπρεπε να είναι έτσι;