του Στέρτσου Χαράλαμπου
Αν το λεκανοπέδιο της Αττικής δεχόταν τον ίδιο όγκο με αυτόν που έπεσε πρόσφατα στη Βαλένθια της Ισπανίας, οι συνέπειες θα ήταν καταστροφικές. Στη Βαλένθια, οι φονικές πλημμύρες κόστισαν τη ζωή σε τουλάχιστον 160 ανθρώπους, με την πόλη να δέχεται 491,2 χιλιοστά βροχής σε 24 ώρες – από την οποία τα 160 χιλιοστά έπεσαν σε μόλις μία ώρα.
Σύμφωνα με τα προγνωστικά μοντέλα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, το ποτάμι του Κηφισού θα ήταν αυτό που θα επηρεαζόταν περισσότερο σε ένα ανάλογο σενάριο στην Αττική. Ειδικότερα νότια του Αιγάλεω, από τις Τρεις Γέφυρες στους Αγίους Αναργύρους μέχρι και τις εκβολές του Ταύρου, θα ήταν τα πρώτα σημεία που θα πλημμύριζαν, δημιουργώντας εκτεταμένες καταστροφές. Η πλημμύρα στον Κηφισό θα μπορούσε να καλύψει 35 τετραγωνικά χιλιόμετρα, επηρεάζοντας περίπου 18 δήμους και το ένα τέταρτο του λεκανοπεδίου.
Αυτή η πρόκληση δεν αφορά βέβαια μόνο την Αθήνα αλλά και κάθε μεγάλη ευρωπαϊκή πόλη που θα εκτεθεί σε τέτοια φαινόμενα τα οποία πλέον γίνονται ολοένα και πιο συχνά λόγω της κλιματικής αλλαγής. Η άμεση υλοποίηση αντιπλημμυρικών έργων αποτελεί επείγουσα ανάγκη, καθώς οι υπάρχουσες υποδομές δεν επαρκούν. Μάλιστα, σε περιοχές όπως τα Μεσόγεια, ο Μαραθώνας, η Νέα Μάκρη, η Ραφήνα, η Σαρωνίδα, ο Άναβυσσος, το Λουτράκι, τα Μέγαρα και ο Ασπρόπυργος, οι κίνδυνοι είναι εξίσου σημαντικοί.
Με τα σημερινά κλιματικά δεδομένα ακόμα και το πιο εξελιγμένο κράτος θα δυσκολευόταν να αντιμετωπίσει μια τόσο έντονη βροχόπτωση. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο παρελθόν η Αττική είχε πλημμυρίσει με μόλις 60 χιλιοστά βροχής, αφήνοντας πίσω νεκρούς. Μπροστά σε τόσο μεγάλα ύψη βροχόπτωσης, όπως της Βαλένθια, οι υπάρχουσες υποδομές θα ήταν ανεπαρκείς. Για να αποφευχθούν τέτοια φαινόμενα στο μέλλον, χρειάζεται στρατηγικό σχεδιασμός και ριζικές αλλαγές, οι οποίες περιλαμβάνουν ακόμα και κατεδαφίσεις ώστε να επιτραπεί στον Κηφισό να ρέει ελεύθερα.
Η προετοιμασία για την αντιμετώπιση τέτοιων ακραίων φαινομένων στην Αττική απαιτεί σημαντικές αλλαγές τόσο στις υποδομές όσο και στη νομοθεσία. Η αύξηση της συχνότητας των ακραίων βροχοπτώσεων υπογραμμίζει την ανάγκη επαναπροσδιορισμού του τρόπου με τον οποίο σχεδιάζουμε τις πόλεις και τους χώρους που ζούμε.
Απαραίτητες είναι οι μελέτες για τη διαχείριση του υδάτινου δυναμικού του λεκανοπεδίου, οι οποίες θα επιτρέψουν τη βέλτιστη εκτέλεση αντιπλημμυρικών έργων. Τα έργα αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν καινοτόμες λύσεις, όπως ειδικά φράγματα, αποθηκευτικές δεξαμενές και βιοκλιματικές αναπλάσεις, που θα βοηθήσουν στην εκτόνωση των φαινομένων
Παράλληλα, είναι σημαντικό να μειωθούν οι συνέπειες της άναρχης δόμησης και του περιορισμένου πράσινου στους αστικούς ιστούς, που επιδεινώνουν την απορροή των υδάτων και αυξάνουν τον κίνδυνο. Ο σχεδιασμός βιώσιμων πόλεων με αυξημένες επιφάνειες πρασίνου, οι οποίες θα λειτουργούν ως φυσικά «σφουγγάρια», μπορούν να μετριάσουν επίσης τις επιπτώσεις από τα ακραία καιρικά φαινόμενα.
Η ανάγκη για συνεργασία όλων των φορέων – από την τοπική αυτοδιοίκηση έως τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και την επιστημονική κοινότητα – είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Οργανισμοί και αρχές πρέπει να ενωθούν, ώστε να εξασφαλιστούν οι πόροι και η τεχνογνωσία για την υλοποίηση των απαραίτητων υποδομών και μέτρων. Μόνο μέσω μιας ολιστικής προσέγγισης, που θα περιλαμβάνει τόσο τη βελτίωση των φυσικών όσο και των τεχνητών πόρων, θα μπορέσει η Αττική να προετοιμαστεί επαρκώς για τα μελλοντικά
Το ζήτημα πλέον των ακραίων φαινομένων είναι εξαιρετικά σημαντικό και μας προειδοποιεί ότι οι μεγάλες πλημμύρες, που παλαιότερα θεωρούνταν σπάνια γεγονότα σήμερα γίνονται πλέον συνηθισμένες. Η κλιματική κρίση δεν αφορά μόνο τον καιρό, αλλά και την ικανότητά μας να προστατεύσουμε τις κοινότητες και τους πολίτες. Οι αναγκαίες αλλαγές δεν είναι μόνο ο σχεδιασμός των υποδομών αλλά και η νοοτροπία μας απέναντι στο φυσικό περιβάλλον, ώστε να δημιουργήσουμε ένα ασφαλέστερο και πιο ανθεκτικό στα ακραία καιρικά φαινόμενα περιβάλλον.
Ταυτόχρονα, η σύγχρονη τεχνολογία μπορεί να διαδραματίσει έναν καταλυτικό ρόλο στην πρόβλεψη και την παρακολούθηση των ακραίων καιρικών φαινομένων. Η χρήση δορυφορικών δεδομένων, ανεπτυγμένων μοντέλων πρόγνωσης και αυτοματοποιημένων συστημάτων εντοπισμού πλημμυρικών κινδύνων θα προσφέρει σημαντική βοήθεια στον έγκαιρο εντοπισμό περιοχών υψηλής επικινδυνότητας. Τα δεδομένα αυτά θα επιτρέψουν την πιο στοχευμένη και άμεση παρέμβαση, καθιστώντας τον μηχανισμό προστασίας πιο αποτελεσματικό.
Είναι επίσης επιτακτικό να υιοθετηθεί μια ολοκληρωμένη πολιτική για την αναδιάρθρωση της αστικής δόμησης. Ο περιορισμός της άναρχης δόμησης και η ενίσχυση της πράσινης ανάπτυξης είναι ουσιώδεις, καθώς το πράσινο και οι ανοιχτοί χώροι δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν και να διαχειρίζονται καλύτερα τα όμβρια ύδατα, μειώνοντας τον κίνδυνο πλημμύρας.
Συνολικά, η προετοιμασία για τα ακραία και τα φαινόμενα είναι μια επένδυση στο μέλλον και στην ασφάλεια όλων. Η υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών και πολιτικών, η ενίσχυση των υποδομών και η στήριξη της τεχνολογικής καινοτομίας θα επιτρέψει στις πόλεις μας να παραμείνουν ασφαλείς και λειτουργικές, ακόμα και υπό τις πιο δύσκολες συνθήκες. Είναι καιρός να λάβουμε αποφάσεις που θα κάνουν τη διαφορά – πριν οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης μας βρουν απροετοίμαστους και μας αφήσουν ανυπεράσπιστους μπροστά
Η κλιματική αλλαγή κάνει πιο ευάλωτα τα οικοσυστήματα και μας αναγκάζει να επανεξετάσουμε τις προτεραιότητες και τις υποδομές μας. Είναι καιρός να δώσουμε προσοχή στην προετοιμασία και στην πρόληψη, ώστε να αποφύγουμε ανάλογες καταστροφές